Παρασκευή 28 Ιουνίου 2013

Η ιστορία της Δύναμης

Leave a Comment
Βιβλιοκριτική του 'Merchant, Soldier, Sage: A New History of Power'. Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό The Books' Journal - Τεύχος 31, Μάιος 2013)

“Time present and time past
Are both perhaps present in time future,
And time future contained in time past.”
από το ποίημα BURNT NORTON του T.S. Eliot

Δεν είναι υποθέτω εύκολο στον ιστορικό να σταθεί μπροστά στο υλικό του, το παρελθόν μας, και να μην παρασυρθεί από την προσδοκία της μεγάλης αφήγησης. Εκεί, ανάμεσα στα μικρά και τα μεγάλα γεγονότα της ιστορίας μας, βρίσκεται κρυμμένη αυτή η μεγάλη ενοποιητική θεωρία που εξηγεί την πορεία του ανθρώπινου πολιτισμού και περιμένει την ανακάλυψή της. Αυτή είναι χαμένη Ατλαντίδα της πολιτικής λογοτεχνίας: Ο πιο συνετός Άνταμ Σμιθ, περιορίζεται στη μεταφυσική επίκληση του ‘αόρατου χεριού’. Ο Μαρξ καταφεύγει στην υπεραπλούστευση της οικονομικής ερμηνείας της ιστορίας, με την πάλη των τάξεων να καθορίζει την εξέλιξή της. Ο Βέμπερ καταγράφει την ιστορία ως αποτέλεσμα της σύγκρουσης οικονομικών, ιδεολογικών και πολιτικών δικτύων.
Η προσδοκία της μεγάλης αφήγησης

Η προσδοκία ωστόσο αυτή είναι δυστυχώς καταδικασμένη να μείνει ανεκπλήρωτη. Και το πρόβλημα δεν βρίσκεται στην όποια αδυναμία του μελετητή, αλλά στο ίδιο το υλικό της μελέτης. Κοιτώντας αντίστροφα το χρόνο, είναι πάντα δυνατό να εντοπίσουμε αυτές τις πτυχές της ανθρώπινης δραστηριότητας (αποκλείοντας ταυτόχρονα καθετί που δεν ταιριάζει στο πάζλ) που ενισχύουν κι επιβεβαιώνουν την οποία θεωρία ή υπόθεση. Η ύπαρξη όμως μιας ερμηνευτικής θεωρίας της ιστορίας υπονοεί ταυτόχρονα, χωρίς πάντοτε αυτό να δηλώνεται ξεκάθαρα, και τη δυνατότητα πρόβλεψης ή καθορισμού του μέλλοντος.  Αν και ο Καρλ Πόππερ έχει, πολύ στέρεα, αποκλείσει τη δυνατότητα αυτή της πρόβλεψης με το έργο του περί της ένδειας του ιστορικισμού, η ανθρώπινη φαντασία αποδεικνύεται διαρκώς ισχυρότερη από κάθε φιλοσοφικό επιχείρημα. Έτσι, συναντάμε διαρκώς μπροστά μας θεωρίες που φιλοδοξούν να ερμηνεύσουν τα πάντα, ερμηνεύοντας εντέλει μόνο την οπτική γωνία του εμπνευστή τους.

Στο τελευταίο του βιβλίο, ‘Έμπορος, Στρατιώτης, Σοφός – Μια Νέα Ιστορία της Δύναμης’, ο οξφορδιανός ιστορικός Ντέιβιντ Πρίστλαντ επιμένει ότι η Ιστορία είναι ο μόνος «οδηγός που έχουμε για το μέλλον»:
Παρά το γεγονός ότι έχει γίνει ακαδημαϊκή μόδα η άρνηση της εγκυρότητας κάθε «μεγάλης αφήγησης» στην ιστορία, με την αιτιολογία ότι όλες καταλήγουν σε αφελείς μύθους περί προόδου, είναι ακόμη δυνατό να αναζητηθούν οι δυνάμεις της ιστορικής μεταβολής χωρίς να υπονοείται μια αναπόφευκτη κίνηση προς κάποιο συγκεκριμένο τελικό σημείο. 
Στο ιστορικό αυτό δοκίμιο, ο Πρίστλαντ υποστηρίζει ότι η ιστορία της δύναμης καθορίζεται από τρεις κάστες: τον Έμπορο, το Στρατιώτη και το Σοφό. Οι ανθρώπινες αξίες δεν βρίσκονται έξω από τη σφαίρα των οικονομικών συμφερόντων, αλλά καθορίζονται μέσα από «το μηχανισμό του τί κάνουμε στις δουλείες μας – το επάγγελμά μας. Φυσικά, οι απόψεις και οι αξίες μας διαμορφώνονται από πολλά άλλα πράγματα: οι οικογένειές μας, το φύλο μας και η εθνικότητά μας ασκούν επιρροή πάνω μας, όπως και – κυρίως – οι εμπειρίες της γενιάς μας. Αλλά το επάγγελμα είναι ζωτικής σημασίας.»

Έμπορος, Στρατιώτης, Σοφός

Έτσι, σύμφωνα πάντα με τον Πρίστλαντ, είναι μονόπλευρη η ανάγνωση της ιστορίας του εικοστού αιώνα ως μια μάχης μεταξύ φιλελευθερισμού και ολοκληρωτισμού. Δεν ήταν οι μεγάλες ιδέες που καθόρισαν την αφήγηση, ή τα σατανικά σχέδια παρανοϊκών ηγετών. Ούτε καν οι συγκρούσεις μεταξύ των οικονομικών τάξεων. «Ενώ είναι αλήθεια ότι ο Ναζισμός και ο Σταλινισμός (οι λεγόμενοι «ολοκληρωτισμοί») μοιράζονται κάποια σημαντικά χαρακτηριστικά – κυρίως η δύναμη του πολεμιστή, τη χρήση της κρατικής βίας, καθώς και τη σημασία του σοφού-ιερέα ως ιδεολόγου και κινητοποιού – διέφεραν σε μια σειρά από άλλα ζητήματα, όπως ο τόπος του εμπόρου και του εργαζομένου. [...] Ο Ναζισμός αγκάλιασε τις αξίες του πολεμιστή, του σκληρού εμπόρου, και του σοφού. Ο Σταλινισμός εκείνες του πολεμιστή, του εργαζόμενου και του σοφού. Ο Φιλελευθερισμός του εμπόρου και του σοφού. Κι η σοσιαλδημοκρατία εκείνες του σοφού, του εργαζόμενου, του ήπιου εμπόρου, κι ακόμη και του πατερναλιστή.»

Μετά από μια σύντομη αναφορά στην αρχαιότητα, τους Γιαπωνέζους πολεμιστές και τη Χρυσή εποχή της Ολλανδίας, το όλο κείμενο επικεντρώνεται στην εποχή μας. Με εργαλείο τις ποιητικές αναφορές στα πρότυπα επαγγέλματα/κάστες, ο Πρίστλαντ αναζητά μια ερμηνεία της πορείας μας προς τη σημερινή κρίση. Κι όπως θα περιμένατε, ο ένοχος είναι άλλος από τον ‘σκληρό έμπορο’. Ξεκινώντας από το κραχ του 1929, οι κυβερνήσεις που κατευθυνόταν και εξυπηρετούσαν τους ‘εμπόρους’ οδήγησαν την Ευρώπη στην παρακμή μέσα από πολιτικές λιτότητας και περιορισμού του κράτους. Ακόμη και η ορθοδοξία των ‘σοφών’, εγκλωβισμένη στις παραδόσεις των ‘εμπόρων’ και τη φιλοσοφία του καταναλωτισμού, δεν μπόρεσε να αντισταθεί στις φιλελεύθερες λύσεις που οδήγησαν «προβλέψιμα» στο σβήσιμο της μηχανής της οικονομίας και την αύξηση της ανεργίας. Τα μεγαλύτερα θύματα της κυριαρχίας του ‘εμπόρου’ υπήρξαν τα συνδικάτα και «το οχυρό των ‘σοφών’ – το κράτος κι ο δημόσιος τομέας». 

Η σημερινή κρίση

Για να φτάσουμε σήμερα ξανά, μετά την υποχώρηση του ‘στρατιώτη’ και την αδυναμία του ‘σοφού’ να δημιουργήσει τις απαραίτητες αντιστάσεις στην αλαζονεία του ‘εμπόρου’, σε μία νέα κρίση με θύματα πάλι τον εργαζόμενο και την ισορροπία των δυνάμεων. Οι ηγέτες της Ευρώπης δεν πρόλαβαν να αντιδράσουν γιατί είχαν ήδη κάνει πάρα πολλές παραχωρήσεις στον ‘έμπορο’, με «τις καταστροφικές συνέπειες που αγωνιζόμαστε να επιλύσουμε σήμερα.» Για τον Πρίστλαντ, δεν είναι άλλος ο ένοχος από το διάχυτο σύστημα αξιών του εμπόρου που υποστηρίζει το τραπεζικό σύστημα και τις μεγάλες επιχειρήσεις. 
Για πάνω από τριάντα χρόνια, ο έμπορος βρίσκεται στην επίθεση. Έχοντας κατακτήσει αρχικά το εμπόριο και τη βιομηχανία στον αγγλοσαξονικό κόσμο, έχει σταδιακά περιορίσει τη δύναμη των άλλων καστών, απλώνοντας το σύστημα αξιών του σχεδόν σε κάθε σφαίρα της ζωής – από τον αθλητισμό στα σχολεία, από την τηλεόραση στη μουσική, από την πρόνοια στον πόλεμο. Και προσπάθησε να μετασχηματίσει κι άλλες κοινωνίες σε ολόκληρο τον κόσμο, αν και μόνο με ποικίλα επίπεδα επιτυχίας.
Για να ξεπεράσουμε δε την κρίση, κι αν θέλουμε να αποφύγουμε την επιστροφή του ‘πολεμιστή’, πρέπει να περιορίσουμε τη δύναμη και την επιρροή του ‘εμπόρου’ και να εμπλουτίσουμε τις αξίες μας με αυτές του (φυλακισμένου σήμερα) ‘σοφού’ και του εργάτη. Και να επιστρέψουμε έτσι σε μια εποχή ισορροπημένης συνύπαρξης μεταξύ των καστών. Ο Πρίστλαντ δεν είναι όμως αισιόδοξος ότι θα ακολουθήσουμε τη συμβουλή του. Κλείνοντας το κείμενό του, παρατηρεί ότι η Δύση έχει ήδη αποκαταστήσει την προηγούμενη παγκόσμια τάξη υπέρ του εμπόρου, ενώ «τα βαθύτερα προβλήματα που προκάλεσαν την κρίση είναι ακόμα εκεί.»

Σχεδόν κάθε γεγονός που περιλαμβάνει στην ιστορική του αναδρομή, ο συγγραφέας το χαρακτηρίζει ως «προβλέψιμο» με βάση την ιστορική εξέλιξη και τη μάχη μεταξύ των καστών. (Το δυστυχές είναι ότι αδυνατεί να αναγνωρίσει την ειρωνεία της χρήσης της έννοιας «προβλέψιμο» για κάτι που έχει ήδη συμβεί στο παρελθόν.) Το μόνο γεγονός που του φαίνεται «αναπάντεχο» είναι το ότι η κρίση, αντί να βλάψει τον ‘έμπορο’, τον βοήθησε εντέλει ώστε να αυξήσει την παγκόσμια επιρροή του και σε χώρες που δεν είχε ήδη κυριαρχήσει. Στην προσπάθειά του να σχεδιάσει ένα νέο παράδειγμα ιστορική μελέτης, ο Πρίστλαντ, όχι μόνο δεν αποφεύγει τους «αφελείς μύθους», αλλά επιστρατεύει τη σκέψη του στην πιο κοινότυπη μορφή τους.