Σάββατο 5 Μαΐου 2012

Πόσους δημόσιους υπάλληλους χρειαζόμαστε;

1 comment

Πέρα ίσως από τα οργανωμένα συνδικάτα που δεν έχουν κανένα απολύτως λόγο να υποχωρήσουν από τα προνόμιά τους, είναι ελάχιστοι πλέον όσοι αρνούνται ότι πρέπει να καταργηθεί η μονιμότητα στο δημόσιο τομέα. Και πολύ σωστά. Όχι από εκδικητική μανία, ούτε ακολουθώντας εξισωτικές μονομανίες με τον ιδιωτικό τομέα. Αλλά γιατί, πολύ απλά, πρέπει να ξεπεράσουμε την εποχή που η εργασία στο δημόσιο ισοδυναμούσε με πληρωμένη αεργία. Πρέπει να αρχίσουμε να επιβραβεύουμε τους ικανούς κι αποδοτικούς υπαλλήλους και να επιτρέπουμε σε όσους κάνουν κατάχρηση της θέσης τους να αναζητήσουν ξανά την τύχη τους στην αγορά εργασίας. Ωστόσο, η κατάργηση της μονιμότητας δεν αρκεί ως μεταρρυθμιστική κατεύθυνση.


Αν και ο θεσμός του ΑΣΕΠ έχει, σε μεγάλο βαθμό, καταφέρει να μεταφέρει τη μέθοδο προσλήψεων στο δημόσιο τομέα σε πιο ‘ουδέτερο’ χώρο, δεν έχουν ακόμη εκλείψει οι χαριστικές προσλήψεις και οι κομματικές τοποθετήσεις. Κι επιπλέον, η γραφειοκρατία που συνοδεύει αυτή την ουδετερότητα του θεσμού γίνεται πολύ συχνά εμπόδιο στην ευελιξία των δημόσιων οργανισμών και περιορίζει την αποδοτικότητά τους. Αυτά όμως είναι κυρίως τεχνικά (διαχειριστικά μάλλον) ζητήματα, που θα μπορούσαν εύκολα να αντιμετωπιστούν από μια καλοπροαίρετη κι υπεύθυνη κυβέρνηση. Αρκεί βέβαια να μπορέσει να υπάρξει κάποτε μια τέτοια κυβέρνηση.

Εκεί που χρειάζεται να αναζητήσουμε καθαρά πολιτικές λύσεις, και δεν μπορούμε να περιοριστούμε σε ασκήσεις ‘κοινής λογικής’, είναι στο ερώτημα για το είδος και το μέγεθος του δημόσιου τομέα. Και κατ’ επέκταση και για το συνολικό αριθμό των δημόσιων υπαλλήλων που χρειαζόμαστε, αλλά και είμαστε ικανοί ως χώρα, να συντηρήσουμε. Σε αυτό το ερώτημα, η φιλελεύθερη προσέγγιση απαντά σαφώς με ένα μικρότερο, λιγότερο παρεμβατικό και πιο ευέλικτο δημόσιο τομέα. Αυτό σημαίνει ότι το κράτος πρέπει αναπόφευκτα να αποσυρθεί από τις επιχειρηματικές δραστηριότητες που αναπτύσσει και ότι οι ΔΕΚΟ πρέπει άμεσα να περάσουν σε ιδιώτες, με παράλληλη απελευθέρωση βέβαια των αντίστοιχων αγορών. (Για να αποφύγουμε δε τις πιθανές στρεβλώσεις, η απελευθέρωση των αγορών οφείλει να προηγηθεί των όποιων ιδιωτικοποιήσεων.)

Επειδή όμως ο χώρος της πολιτικής αναζήτησης είναι αναγκασμένος να περιοριστεί μέσα στα όρια της πραγματικότητας, οποιαδήποτε κατεύθυνση κι αν επιλέξουμε, καλούμαστε να λάβουμε υπόψη μας και την παράμετρο των μετρήσιμων μεγεθών. Είναι πλέον προφανές ότι τα δημόσια οικονομικά της χώρας δεν μπορούν να αντέξουν το σημερινό αριθμό δημόσιων υπαλλήλων. Η μείωση του αριθμού αυτού είναι και αναπόφευκτη και έχει ήδη συμφωνηθεί με τους δανειστές μας. Οπότε, το ερώτημα που απομένει είναι πόσο μεγάλη και πόσο δραστική θα είναι αυτή η μείωση, καθώς και με ποιο τρόπο θα υλοποιηθεί.

Κι εδώ ξαναγυρίζουμε αναγκαστικά στο προηγούμενο ερώτημα. Η όποια μείωση των δημοσίων υπαλλήλων είναι συνδεδεμένη με το είδος και το μέγεθος του κράτους που επιθυμούμε να διατηρήσουμε. Αν δεν γνωρίζουμε πόσους δημόσιους υπαλλήλους πραγματικά χρειαζόμαστε, δεν έχουμε κανένα τρόπο να υπολογίσουμε και την αντίστοιχη μείωση. Κι ούτε βέβαια μπορούμε να βασίσουμε το σχεδιασμό μας σε συναισθηματισμούς και θυμικές αντιδράσεις. Δεν έχει κανένα νόημα, για παράδειγμα, να απολύσουμε δημόσιους υπαλλήλους απλώς για να εκδικηθούμε, ή με κάποιο μεταφυσικό τρόπο να εξισορροπήσουμε, την απώλεια θέσεων εργασίας στον ιδιωτικό τομέα. (Μπορούμε επίσης εύκολα να φανταστούμε περιπτώσεις όπου η απώλεια κάποιας θέσης στο δημόσιο μπορεί να σημαίνει, μακροπρόθεσμα ή και βραχυπρόθεσμα, απώλεια αρκετών θέσεων εργασίας και στον ιδιωτικό τομέα.)

Η υπεύθυνη φιλελεύθερη στάση δεν μπορεί παρά να είναι υπέρ της μείωσης του κράτους και την αύξηση της εργασιακής ευελιξίας. Όπως και προφανώς κι υπέρ της μείωσης του αριθμού των δημοσίων υπαλλήλων. Όσο όμως δεν έχουμε επαρκώς υπολογίσει, για κάθε σημείο δράσης του κράτους, τις ανάγκες και τις δυνατότητές μας, κάθε αναφορά σε συγκεκριμένο αριθμό απολύσεων κατατάσσεται αναγκαστικά στη σφαίρα της υπεραπλούστευσης.

1 Σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Η μονιμότητα στο Δημόσιο δεν σημαίνει ότι δεν μπορεί κάποιος να απολυθεί αλλά ότι δεν μπορεί να απολυθεί αυθαίρετα με μια απλή απόφαση του εκάστοτε πολιτικού προϊσταμένου.

Κατάργηση της μονιμότητας δεν θα σημάνει πως όσοι δεν δουλεύουν θα απολυθούν. Αυτό μπορεί να γίνει και τώρα και το ότι σπάνια γίνεται δεν είναι θέμα νομικό που θα το λύσει η κατάργηση της μονιμότητας.

Κατάργηση της μονιμότητας σημαίνει πως ο οποιοσδήποτε ΔΥ ανεξαρτήτως προσόντων, ικανότητας και απόδοσης θα μπορεί να απολυθεί ανά πασά στιγμή αυθαιρέτως.

Αυτό θα δημιουργούσε τεράστια ανασφάλεια στους εργαζόμενους, θα αύξανε δραματικά την τάση για αναζήτηση κομματικών προστατών (αφού μόνο έτσι θα μπορούσε ο υπάλληλος να έχει μια κάποια ασφάλεια απέναντι σε ενδεχόμενη αυθαιρεσία) και θα καταντούσε το Δημόσιο πλήρως απωθητικό για οποιονδήποτε ικανό αλλά μη κομματικά ενταγμένο εργαζόμενο. Διότι, για παράδειγμα, ποιος ο λόγος να ταλαιπωρηθεί κάποιος και να επενδύσει χρόνο και χρήμα για να δώσει στο ΑΣΕΠ όταν μετά την πρόσληψή του ο κάθε αποτυχημένος πολιτευτής που το κυβερνών κόμμα θα όριζε ως πολιτικό προϊστάμενο θα μπορούσε να τον απολύσει?

Γνωρίζω φυσικά ότι στον ιδιωτικό τομέα ισχύει γενικά το καθεστώς της αναιτιολόγητης απόλυσης (δηλαδή ο εργοδότης σε διώχνει όποτε θέλει χωρίς να χρειάζεται να δώσει καμία εξήγηση). Προσωπικά θεωρώ καλύτερο το καθεστώς της απόλυσης για σοβαρό λόγο από αυτό της αναιτιολόγητης απόλυσης. Η μονιμότητα στο δημόσιο ισοδυναμεί με την απόλυση για σοβαρό λόγο που προβλέπει το κοινό εργατικό δίκαιο.

Πέρα τούτου, όμως, θα πρέπει να έχουμε υπόψιν μας και έναν επιπρόσθετο λόγο για τον οποίο η αναιτιολόγητη απόλυση είναι περισσότερο ανεπιθύμητη στο χώρο του Δημοσίου.

Αυτό συμβαίνει διότι ένας ιδιώτης εργοδότης μπορεί μεν οποτεδήποτε και τυπικά αναιτιολόγητα να διώξει έναν εργαζόμενο, υπάρχει όμως μια παράμετρος που αποτρέπει την πλήρη αυθαιρεσία: το κέρδος!

Ο ιδιώτης εργοδότης δύσκολα θα διώξει έναν ικανό εργαζόμενο για λόγους ιδεολογικούς ή από προσωπική αντιπάθεια. Και αυτό γιατί θα χάσει χρήματα. Στο Δημόσιο όμως όπου δεν υφίσταται η έννοια του κέρδους δεν υπάρχει τίποτα που να συγκρατεί τον πολιτικό προϊστάμενο από μια άδικη αυθαίρετη απόλυση (πέραν ίσως της συνείδησής του). Αντιθέτως, υπάρχουν λόγοι που θα ενθάρρυναν ενδεχομένως μια άδικη απόλυση (πχ η ύπαρξη ενός υπαλλήλου που δεν αποδέχεται να παρανομήσει για να εξυπηρετήσει μικροκομματικές-ρουσφετολογικές απαιτήσεις της πολιτικής ηγεσίας).

Κατά τα άλλα συμφωνώ με την τοποθέτησή σας ότι η ορθολογική αντιμετώπιση του ζητήματος του μεγέθους του δημόσιου τομέα απαιτεί πρώτα από όλα τον προσδιορισμό του τι ακριβώς θέλουμε να κάνει το κράτος και συνακόλουθα πόσους, με τι προσόντα και τι γεωγραφική κατανομή υπαλλήλους χρειάζεται για φέρει εις πέρας αυτό το έργο. Ειδάλλως, η απλή ανακοίνωση αυθαίρετων αριθμών (πχ 400.000 απολύσεις κτλ) δεν μπορεί να είναι πειστική ούτε και να αποτελεί βάση για σοβαρή συζήτηση.

Να ξέρετε πάντως πως ούτε οι ΔΥ είναι ευχαριστημένοι με τον εαυτό τους όταν αντιλαμβάνονται ότι η δουλειά τους δεν πιάνει τόπο. Αλλά όταν είσαι χαμηλά στην ιεραρχία δεν έχεις και πολλές δυνατότητες για βελτιώσεις. Και όταν μετά από πολλά χρόνια φτάσεις ενδεχομένως σε μια θέση ευθύνης δεν είσαι πλέον ο ίδιος άνθρωπος (χώρια την πάγια απροθυμία των πολιτικών προϊσταμένων να συνεργαστούν με οποιονδήποτε πέραν του στενού κύκλου των συμβούλων τους). Και το να παραιτηθείς ιδίως μετά από κάποια ηλικία δεν είναι τόσο εύκολο διότι σχεδόν το σύνολο των εργασιακών αντικειμένων του στενού δημοσίου δεν έχουν κάτι αντίστοιχο στον ιδιωτικό. Δεν μιλάμε δηλαδή απλώς για μια αλλαγή εργοδότη αλλά για ολοκληρωτική αλλαγή καριέρας. Αυτό θα μπορούσε να είναι και ένα επιχείρημα υπέρ των μετατάξεων και όχι των απολύσεων σε περιπτώσεις κατάργησης οργανικών θέσεων.

Ευχαριστώ για την φιλοξενία.

Ένας ΔΥ